Κατερίνα Γκαράνη
«Να απαλλαγεί η κοινωνία από τον κύριο και τα παρωχημένα τραγούδια του». Είναι φυσικό να ακούσεις αυτά τα λόγια, όταν για σένα «ο δρόμος είναι δρόμος, τι πάει να πει είναι στραβός».
Είναι λογικό γιατί «θέλεις να τα πεις» και κάνεις τον Στέλιο να ομολογήσει: «είναι το καλύτερό μου κοστούμι, και αυτό που με εκφράζει περισσότερο» στη «ζωή μου όλη».
Πώς να σε χωρέσει η ζήση όταν βασανίζεσαι γιατί δεν χωράνε «εφτά νομά σ’ ένα δωμά» και φωνάζεις «ανοίξτε τα τρελάδικα». Πώς να σε καταλάβουν όταν για σένα «η πιο μεγάλη ώρα» είναι όταν της δίνεις την ψυχή σου. Η επιμονή σου να αφήσουν τον «τρελό στην τρέλα του», είναι το στίγμα σου.
Φωνάζεις χλευάζοντας «άνοιξε Πέτρο» και η πόρτα κλείνει με πάταγο γιατί θέλεις να μπούνε μέσα και τα «αδιόρθω αναρχί». Έτσι φτάνεις στο σημείο να ομολογήσεις «δεν μετανόησα, γιατί δεν εννόησα τι έγινε», εννοώντας «δεν θέλω τη συμπόνια κανενός».
Του φώναξες « για κοίτα με στα μάτια», «εγώ καλά σου τα ’λεγα», γι’ αυτό «δεν κλαίω για τώρα». Και τότε σε μίσησε πραγματικά. Όσους σε καταλάβαιναν τους έβλεπες έναν, και αυτόν τον ένα τον ευχαρίστησες λέγοντάς του «πήρα απ’ το χέρι σου νερό».
Πίστευες ότι ο προσωπικός σου κώδικας θα γίνει αποδεκτός, και θα μπορέσουν οι στερημένοι να καταλάβουν, να νιώσουν το πάθος. «Θέλω να τα πω σαν να παραμιλώ» ψιθύρισες, αλλά η μελωδία σου ήταν σε λάθος τόνο μέσα στη συμφωνική της κοινωνίας τους.
Δεν φώναξες «μοίρα μου γιατί μ’ αφήνεις» αλλά «θα κλείσω τα μάτια» «και τι δεν κάνω» γιατί «είδα τα μάτια σου κλαμένα» και είναι η «πρώτη δύσκολη στιγμή».
Κόντεψες να λυγίσεις όταν έλεγες «δεν κλαίω για τώρα» αλλά και για τα πριν, και τα μελλούμενα. Εκείνη τη στιγμή οι κακομοίρηδες διέκριναν αδυναμία.
« Το θολωμένο σου μυαλό» βγάζοντας εισιτήριο χωρίς επιστροφή στις επτά Απριλίου κάποιου συμπαντικού χρόνου, δεν φώναξε «θα κλείσω τα μάτια», απλά ψιθύρισε στους μύστες της ζωής «ίσως να ‘γινε η αγάπη μίσος».
«Άμα περάσει τούτο ‘δω», είπες σε όσους δάκρυσαν με το φευγιό σου, ίσως ησυχάσω γιατί «δεν είναι ο κόσμος φίλος μου», και «δεν τελειώνει η ζωή».
Εσύ ο ίδιος κάποτε είπες «να ΄χα τη δύναμη να κάνω κάποιο λάθος» για μια «παράνομη αγάπη κουρασμένη». Και το έκανες γιατί ίσως «ήταν ψεύτικα».
Ποτέ δεν περίμενες να καταλάβει κανένας δικαστής το λάθος του Αθανασίου Δημητρίου Πάνου, γιατί ο κώδικας της εν τάξη κοινωνίας, διέφερε σημαντικά από τον εντάξει κώδικα του Άκη. Όσο κι αν επέμενε ο δικαστής να σε δει «του κόσμου το περίγελο» δεν τον άφησες γιατί ήξερες τι θα γίνει «όταν σημάνει η ώρα».
«Ασφαλώς και δεν πρέπει» να σκύβεις στους ελάχιστους έλεγες, μόνο να τους παλεύεις λέγοντάς τους «για κοίτα με στα μάτια λοιπόν». Τελικά όταν ο εισπράκτορας (δικαστής) της ζωής σου ζήτησε το όνομά σου, αντί να σηκώσεις απλά τις σημαίες πολιτισμού που πρόσφερες, είπες σεμνά Άκης Πάνου.
«Να απαλλαγεί η κοινωνία από τον κύριο και τα παρωχημένα τραγούδια του». Είναι φυσικό να ακούσεις αυτά τα λόγια, όταν για σένα «ο δρόμος είναι δρόμος, τι πάει να πει είναι στραβός».
Είναι λογικό γιατί «θέλεις να τα πεις» και κάνεις τον Στέλιο να ομολογήσει: «είναι το καλύτερό μου κοστούμι, και αυτό που με εκφράζει περισσότερο» στη «ζωή μου όλη».
Πώς να σε χωρέσει η ζήση όταν βασανίζεσαι γιατί δεν χωράνε «εφτά νομά σ’ ένα δωμά» και φωνάζεις «ανοίξτε τα τρελάδικα». Πώς να σε καταλάβουν όταν για σένα «η πιο μεγάλη ώρα» είναι όταν της δίνεις την ψυχή σου. Η επιμονή σου να αφήσουν τον «τρελό στην τρέλα του», είναι το στίγμα σου.
Φωνάζεις χλευάζοντας «άνοιξε Πέτρο» και η πόρτα κλείνει με πάταγο γιατί θέλεις να μπούνε μέσα και τα «αδιόρθω αναρχί». Έτσι φτάνεις στο σημείο να ομολογήσεις «δεν μετανόησα, γιατί δεν εννόησα τι έγινε», εννοώντας «δεν θέλω τη συμπόνια κανενός».
Του φώναξες « για κοίτα με στα μάτια», «εγώ καλά σου τα ’λεγα», γι’ αυτό «δεν κλαίω για τώρα». Και τότε σε μίσησε πραγματικά. Όσους σε καταλάβαιναν τους έβλεπες έναν, και αυτόν τον ένα τον ευχαρίστησες λέγοντάς του «πήρα απ’ το χέρι σου νερό».
Πίστευες ότι ο προσωπικός σου κώδικας θα γίνει αποδεκτός, και θα μπορέσουν οι στερημένοι να καταλάβουν, να νιώσουν το πάθος. «Θέλω να τα πω σαν να παραμιλώ» ψιθύρισες, αλλά η μελωδία σου ήταν σε λάθος τόνο μέσα στη συμφωνική της κοινωνίας τους.
Δεν φώναξες «μοίρα μου γιατί μ’ αφήνεις» αλλά «θα κλείσω τα μάτια» «και τι δεν κάνω» γιατί «είδα τα μάτια σου κλαμένα» και είναι η «πρώτη δύσκολη στιγμή».
Κόντεψες να λυγίσεις όταν έλεγες «δεν κλαίω για τώρα» αλλά και για τα πριν, και τα μελλούμενα. Εκείνη τη στιγμή οι κακομοίρηδες διέκριναν αδυναμία.
« Το θολωμένο σου μυαλό» βγάζοντας εισιτήριο χωρίς επιστροφή στις επτά Απριλίου κάποιου συμπαντικού χρόνου, δεν φώναξε «θα κλείσω τα μάτια», απλά ψιθύρισε στους μύστες της ζωής «ίσως να ‘γινε η αγάπη μίσος».
«Άμα περάσει τούτο ‘δω», είπες σε όσους δάκρυσαν με το φευγιό σου, ίσως ησυχάσω γιατί «δεν είναι ο κόσμος φίλος μου», και «δεν τελειώνει η ζωή».
Εσύ ο ίδιος κάποτε είπες «να ΄χα τη δύναμη να κάνω κάποιο λάθος» για μια «παράνομη αγάπη κουρασμένη». Και το έκανες γιατί ίσως «ήταν ψεύτικα».
Ποτέ δεν περίμενες να καταλάβει κανένας δικαστής το λάθος του Αθανασίου Δημητρίου Πάνου, γιατί ο κώδικας της εν τάξη κοινωνίας, διέφερε σημαντικά από τον εντάξει κώδικα του Άκη. Όσο κι αν επέμενε ο δικαστής να σε δει «του κόσμου το περίγελο» δεν τον άφησες γιατί ήξερες τι θα γίνει «όταν σημάνει η ώρα».
«Ασφαλώς και δεν πρέπει» να σκύβεις στους ελάχιστους έλεγες, μόνο να τους παλεύεις λέγοντάς τους «για κοίτα με στα μάτια λοιπόν». Τελικά όταν ο εισπράκτορας (δικαστής) της ζωής σου ζήτησε το όνομά σου, αντί να σηκώσεις απλά τις σημαίες πολιτισμού που πρόσφερες, είπες σεμνά Άκης Πάνου.
4 σχόλια:
Στο θολωμένο μου μυαλό
ο κόσμος είναι μια σταλιά
κάτι σκιές απ' τα παλιά
και κάποιο πάθος μου παλιό
Το θολωμένο μου μυαλό
με έχει προδώσει προ πολλού
του λέω αλλού και τρέχει αλλού
με κάνει και παραμιλώ
Του θολωμένου μου μυαλού
τους εφιάλτες τραγουδώ
κι αν σας επίκρανα ως εδώ
φταίει το πάθος του τρελού
του θολωμένου μου μυαλού
Όλη η ζωή του ανδρός σε 13 γραμμές.
Άνθρωπος που έγραψε τέτοιο τραγούδι, μόνο τέτοια κατάληξη θα είχε η ζωή του. Στην αντίθετη περίπτωση θα ήταν υποκριτής.
Ανθρωπος που τραγούδησε την φτώχεια, αν εμφανιζόταν σε νυχτερινές πίστες, μόνο υποκριτής θα ήταν.
Να μην αναφέρω για ποιο δίδυμο μιλάμε...
Σε δεκατρείς γραμμές αγαπητέ Κομματόσκυλε όσο για δίδυμα στην Ελλάδα από υποκρισία, μαγαζάκια και παρεούλες άλλο τίποτε.
Kαταπληκτική και η φωτογραφία SM. Μοιάζει,ο καπνός,σαν να άφησε την ψυχή του να φύγει.
Φοβερή παρατήρηση tiktos. Ετσι το βλέπω τώρα που το λες.
Δημοσίευση σχολίου